τετράπτολις

τετράπτολις
-όλεως, ἡ, Α
(ποιητ. τ.) βλ. τετράπολις.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τετράπολις — Σύνδεσμος, στην αρχαιότητα, 4 πόλεων ή δήμων, πολιτικός ή θρησκευτικός. Οι σπουδαιότεροι ήταν: 1. Τ. η Αττική. Την Τ. αποτελούσαν οι δήμοι Μαραθώνα, Οινόης, Προβαλίνθου και Τρικορύθου. Τους ένωνε η κοινή λατρεία σε ναό του Ηρακλή. 2. Τ. η Δωρική …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”